希臘語
詞源
繼承自通用希臘語 。字面上,源自 + 。
發音
- 國際音標(幫助):/ʝe.o.ɣɾa.fiˈkos/
- 斷字:γε‧ω‧γρα‧φι‧κός
形容詞
(geografikós) m (陰性,中性)
- 地理的
變格
γεωγραφικός 的變格
數 格 / 性 |
單數 | 複數 | ||||
---|---|---|---|---|---|---|
陽性 | 陰性 | 中性 | 陽性 | 陰性 | 中性 | |
主格 | γεωγραφικός | γεωγραφική | γεωγραφικό | γεωγραφικοί | γεωγραφικές | γεωγραφικά |
屬格 | γεωγραφικού | γεωγραφικής | γεωγραφικού | γεωγραφικών | γεωγραφικών | γεωγραφικών |
賓格 | γεωγραφικό | γεωγραφική | γεωγραφικό | γεωγραφικούς | γεωγραφικές | γεωγραφικά |
呼格 | γεωγραφικέ | γεωγραφική | γεωγραφικό | γεωγραφικοί | γεωγραφικές | γεωγραφικά |
派生詞彙
- n (geografikó míkos, “經度”)
- n (geografikó plátos, “緯度”)
- n (geografikó ýpsos, “海拔”)
相關詞彙
This article is issued from Wiktionary. The text is licensed under Creative Commons - Attribution - Sharealike. Additional terms may apply for the media files.