希臘語
形容詞
(xakoustós) m (陰性,中性)
- 著名的
變格
ξακουστός 的變格
數 格 / 性 |
單數 | 複數 | ||||
---|---|---|---|---|---|---|
陽性 | 陰性 | 中性 | 陽性 | 陰性 | 中性 | |
主格 | ξακουστός | ξακουστή | ξακουστό | ξακουστοί | ξακουστές | ξακουστά |
屬格 | ξακουστού | ξακουστής | ξακουστού | ξακουστών | ξακουστών | ξακουστών |
賓格 | ξακουστό | ξακουστή | ξακουστό | ξακουστούς | ξακουστές | ξακουστά |
呼格 | ξακουστέ | ξακουστή | ξακουστό | ξακουστοί | ξακουστές | ξακουστά |
衍生 | 比較級: + 肯定形(如 πιο ξακουστός) 相對最高級:定冠詞 + πιο + 肯定形(如 ο πιο ξακουστός) |
This article is issued from Wiktionary. The text is licensed under Creative Commons - Attribution - Sharealike. Additional terms may apply for the media files.