希臘語
詞源
發音
- 國際音標(幫助):/politistiˈkos/
- 斷字:πο‧λι‧τι‧στι‧κός
形容詞
(politistikós) m (陰性,中性)
- 文化的
- Κάθε χρόνο μία ευρωπαϊκή πόλη γίνεται η πολιτιστική πρωτεύουσα της Ευρώπης.
- Káthe chróno mía evropaïkí póli gínetai i politistikí protévousa tis Evrópis.
- 每年都會有一座歐洲城市成為歐洲文化之都。
變格
πολιτιστικός 的變格
數 格 / 性 |
單數 | 複數 | ||||
---|---|---|---|---|---|---|
陽性 | 陰性 | 中性 | 陽性 | 陰性 | 中性 | |
主格 | πολιτιστικός | πολιτιστική | πολιτιστικό | πολιτιστικοί | πολιτιστικές | πολιτιστικά |
屬格 | πολιτιστικού | πολιτιστικής | πολιτιστικού | πολιτιστικών | πολιτιστικών | πολιτιστικών |
賓格 | πολιτιστικό | πολιτιστική | πολιτιστικό | πολιτιστικούς | πολιτιστικές | πολιτιστικά |
呼格 | πολιτιστικέ | πολιτιστική | πολιτιστικό | πολιτιστικοί | πολιτιστικές | πολιτιστικά |
近義詞
派生詞
- f (Politistikí Epanástasi, “文化大革命”)
相關詞彙
參見
參考資料
- ↑ πολιτιστικός in Λεξικό της κοινής νεοελληνικής [Dictionary of Standard Modern Greek], 1998, by the "Triantafyllidis" Foundation.
This article is issued from Wiktionary. The text is licensed under Creative Commons - Attribution - Sharealike. Additional terms may apply for the media files.